Change Text Size
+ + + + +
Η διψασμένη κουρούνα

(Μπαγκλαντές)

Μια φορά κι έναν καιρό, μέσα στο δάσος ζούσε μια κουρούνα. Μια μέρα ήταν πολύ διψασμένη, αλλά όσο κι αν έψαχνε, πουθενά δεν έβρισκε νερό. Στο τέλος, πήγε και κάθισε στην κορυφή ενός ψηλού δέντρου κι από κει κοίταζε τριγύρω. Κάπου στο βάθος μακριά είδε έναν κήπο.
"Εκεί θα βρω νερό" σκέφτηκε και πέταξε προς τα κει. Φτάνοντας στον κήπο βλέπει ένα παλιό πιθάρι.
"Εδώ θα πιω νερό" είπε στον εαυτό της και κάθισε στο στόμιο του πιθαριού.

Πραγματικά το πιθάρι είχε μέσα νερό. Όμως το νερό ήταν λίγο. Έφτανε, δεν έφτανε μέχρι το μέσο του πιθαριού. Έτσι η κουρούνα, όσο κι αν έσκυβε και προσπαθούσε, δεν μπορούσε να το φτάσει.
Μια πάπια που τριγυρνούσε στον κήπο και την είδε να προσπαθεί, της είπε:
"Τζάμπα προσπαθείς. Δεν θα τα καταφέρεις. Το νερό είναι λίγο".
Η κουρούνα την άκουσε, αλλά δεν απάντησε. Λίγο μετά την πλησίασε μια χήνα.
Της είπε: "Ε, κουρούνα. Τόση ώρα προσπαθείς και σταγόνα νερό δεν ήπιες. Παράτα τα πια!".
Η κουρούνα την άκουσε, αλλά ούτε και σ' αυτήν απάντησε. Σταμάτησε για λίγο την προσπάθεια κι έβαλε το μυαλό της να σκεφτεί. Τότε, μια σπουδαία ιδέα πέρασε από το μυαλό της. Αμέσως άρχισε με το ράμφος της να μαζεύει πετραδάκια και να τα ρίχνει μέσα στο πιθάρι. Το νερό σιγά -σιγά άρχισε να ανεβαίνει. Όσο περισσότερα πετραδάκια έριχνε, τόσο ψηλότερα ανέβαινε το νερό, μέχρι που έφτασε στο στόμιο του πιθαριού. Τότε η κουρούνα βούτηξε μέσα το ράμφος της και ήπιε, ήπιε, μέχρι που ξεδίψασε.

Πηγή: http://www.a-athinon.gr