Change Text Size
+ + + + +

Γιατί το γαϊδούρι έχει μεγάλα αφτιά

(Αλβανία)

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας γάιδαρος που κοιμόταν συνέχεια και δεν έκανε τίποτα. Ήταν τεμπέλης. Μια μέρα έβρεξε πολύ και πλημμύρισε ο τόπος. Το νερό του ποταμού σκέπασε το δάσος και τα χωράφια. Όλα τα ζώα του δάσους σηκώθηκαν από τον ύπνο και έτρεξαν να βάλουν ένα φράγμα στο ποτάμι για να σταματήσουν το νερό. Κουράστηκαν αλλά τελικά τα κατάφεραν. Όταν γύρισαν από τη δουλειά τους, είδαν το γαϊδούρι που ροχάλιζε. Το ξύπνησαν και του είπαν:
«Γιατί δεν ήρθες μαζί μας να βάλουμε φράγμα στο ποτάμι;»
«Ουουου» λέει το γαϊδούρι, «εγώ θέλω να κοιμηθώ.» 
Όλα του τράβηξαν τα αφτιά του και αυτά μεγάλωσαν δυο δάχτυλα. 
Μια άλλη φορά, έπιασε φωτιά στο δάσος. Τα ζώα σηκώθηκαν γρήγορα και πήγαν να σβήσουν τη φωτιά. Μόνο το γαϊδούρι δεν πήγε. Όταν γύρισαν, το ρώτησαν: 
«Εσύ γιατί δεν ήρθες;» «Ουουου, εγώ βαριέμαι» λέει το γαϊδούρι. 
Τα ζώα του τράβηξαν πάλι τ’ αφτιά κι αυτά έγιναν ακόμα δυο δάχτυλα  μεγαλύτερα. 
Αυτό συνέβη κι άλλες φορές. Το γαϊδούρι δεν βοηθούσε και τα ζώα του τραβούσαν τα’ αφτιά, μέχρι που έφτασαν να γίνουν δυο παλάμες. Έτσι, το γαϊδούρι έβαλε μυαλό και άρχισε να κάνει όλες τις δουλειές. 
Τι να κάνουμε όμως; Τα αφτιά του έμειναν μεγάλα μέχρι σήμερα.